- νουθετοῦμαι
- νουθετέωput in mindpres ind mp 1st sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
νουθετούμαι — νουθετούμαι, νουθετήθηκα, νουθετημένος βλ. πίν. 74 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής